Ένα παιδί μετράει τ' άστρα - Μενέλαος Λουντέμης
55, Αθήνα, Ελλάδα

Ο δρόμος, που σε πάει στους γκρεμούς και στ' ανάθεμα, ξεκινάει από παντού. Τώρα πια δρόμους και μοίρες και χαμούς, όλα...- τα διαλέξανε γι' αυτόν άλλοι. Γράμματα; Όχι, δεν ήταν πια βολετό να μάθει... Λοιπόν. Χτίσε τη ζωή σου με τούβλα, με βιβλία δε σ' αφήνουν. Πότισε τα χαρτιά σου με φαρμάκι, με μελάνι δεν μπορείς.

Ξύπνησε πρωί. είχε να κάνει πολλές ετοιμασίες, ν' αφήσει πολλά “έχε γεια”. Στην κατώγα η ψυχή του δέθηκε. Ήξερε... Κείνο το σφίξιμο του χεριού θα ήταν το τελευταίο. Κείνη η αγκαλιά, που θα τον έζωνε μέσα της, θα κρύωνε σε λίγο για πάντα...
Ο γέρος τον γνώρισε απ' τις πατημασιές του και σύρθηκε στην πιο σκοτεινή γωνιά της κατώγας. Δεν ήθελε να τον δει το παιδί έτσι ρημαγμένον. “Γιατί να του φορτώσω την ψυχούλα του και μ' άλλο κλάμα;... Μακρύ δρόμο έχει να κάνει...”
Μέλιος: Εδώ είσαι παππού;... Δε σε βρίσκω!
Ο γέρος γελοκαμώθηκε τάχα. Πήγε να το γυρίσει στο χωρατό.
γέρος: Χα χα... Χυθήκανε και σένα τα μάτια σου απ' τα γερατειά; Εδώ 'μαι, στ' απάγκιο. Όξω είναι χαρά θεού. ε;... Χμ... χαρά θεού και λύπηση ανθρώπου... Γιατί εσύ πας, γιε... Πας και δε σε ματαβλέπω.
Μέλιος: -Μα θα ξανάρθω, παππού.
γέρος: -Μη!!! ξεφώνισε ο γέρος με πόνο. Δε θέλω!... Τα δάκρυα είναι αρμυρά, και θα μαράνουν το χορταράκι στο μνήμα μου. Δε θέλω να ματαρθεις! Ποιον θα βρεις; Εγώ με τη Ζουμπούλια μου θα λείπουμε... Η κορασιά... την ξαποστείλανε οι μαύροι άνθρωποι στην άκρη του ντουνιά. Έλα τώρα... μη σε παίρνει η φούσκωση. Θα την πάρεις μαζί σου, μες στα φυλλοκάρδια σου, και θα την περπατάς στα ξένα. Να 'χεις μονάχα το νου σου, γιατί η αγάπη είναι φαρφουρένια... Και να μην περνάς απ' αγκαθότοπους. Το κρεατάκι του κοριτσιού είναι πολύ κοντά στο κόκαλο και σκίζεται εύκολα. Κι άλλα πολλά θέλω να σου πω... Περπατά στο δρόμο σαν άτι! Μη σκύβεις. Κάτω είναι γιομάτο σκουπίδια και λέσια. Έχε έγνοια στα χέρια σου. Το βλοημένο το χέρι ο θεός το 'δωκε για να κάνουμε “τόκα” κι όχι για να το βρομίζουμε με κείνο και με τ' άλλο. Κι έν' άλλο πράμα, γιε μου. να προσέχεις. Το καπάκι του ματιού το 'χει ο άνθρωπος για να σκεπάζει το μάτι του σαν κοιμάται, όχι σαν είναι ξύπνιος! Κοίτα την ανθρωπότη με ξέσκεπο μάτι... και θα σ' αγαπήσει. Γιατί εσύ, γιε... πιο πολύ απ' το καθετί, γεννήθηκες για την αγάπη. Τώρα φεύγα άξαφνα και μη γυρνάς πίσω να με δεις!

 
Σχόλια

Δεν υπάρχουν ακόμα σχόλια.
Πρόσθεσε ένα σχόλιο για να ξεκινήσεις τη συζήτηση!

Blog
Τα blogs ενημερώνονται κάθε 5 λεπτά